ΦΟΥΡΝΟΣ ΚΑΙ ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΦΟΥΡΝΙΣΜΑΤΟΣ
Σε κάθε κυπριακό σπίτι της υπαίθρου, το ψήσιμο στο φούρνο ήταν μια από τις βασικότερες και συχνές σε χρήση μεθόδους μαγειρέματος, άρρηκτα συνδεδεμένη με την παρασκευή ψωμιών, ζυμωμάτων, καθώς και άλλων φαγητών.
Ο φούρνος του αγροτικού νοικοκυριού ήταν συνήθως τοποθετημένος στην αυλή, ή στο άκρο του στεγασμένου χώρου στην όψη του σπιτιού (ηλιακός). Ανάλογα με τον τύπο του φούρνου, τα κάρβουνα ήταν τοποθετημένα στην ίδια πλάκα, στην οποία ψηνόταν και το φαγητό, ή βρίσκονταν σε ξεχωριστό χώρο από κάτω. Στην πρώτη περίπτωση, όταν πύρωνε (ζεσταινόταν) ο φούρνος, τα κάρβουνα μετακινούνταν κοντά στα τοιχώματα του φούρνου, σε αυλάκι που ονομαζόταν λάμνη του φούρνου, αβάτζιη ή αποβάθρα. Για το τράβηγμα των κάρβουνων χρησιμοποιούσαν το μουντίν, μακρύ κοντάρι με εγκάρσιο μεταλλικό έλασμα στη μία πλευρά του.
Καθώς τα ψωμιά και τα ζυμώματα τοποθετούνταν κατευθείαν πάνω στην πλάκα, απαραίτητη προϋπόθεση πριν το φούρνισμα ήταν το καθάρισμά της με τον σφόντζιο ή σύρτη, παλιό, αλλά καθαρό ύφασμα, το οποίο έβρεχαν με νερό και τοποθετούσαν στο άκρο μακριάς, ξύλινης ή μεταλλικής ράβδου.
Τα φούρνισμα και το ξεφούρνισμα των ζυμωμάτων γινόταν με το φουρνόφκιον, μακρύ φτυάρι με στρογγυλή μεταλλική ή ξύλινη, επίπεδη επιφάνεια στη μια απόληξή του.