ΚΟΛΟΤΖΙ
Παράλληλα με τις γυάλινες πότσες και τα κεραμικά σκεύη, επιτραπέζιο σκεύος για σερβίρισμα υγρών στο τραπέζι, και συγκεκριμένα νερού και κρασιού, ήταν τα κολότζια (κολοκύθες) με μακρύ λαιμό και σφαιρικό σώμα. Στα τέλη του 19ου αιώνα, η Μ. Ohnefalsch-Richter γράφει χαρακτηριστικά: «Παρά το γεγονός ότι σήμερα εισάγονται πολύ περισσότερα ευρωπαϊκά δοχεία, παρά κατά την Τουρκοκρατία, δεν υπάρχει περίπτωση να φυτρώσει κολοκύθα στο νησί, η οποία δε θα βρει τη χρήση της ως κάποιας μορφής αγγείο μέσα στο σπίτι. Ακόμα και οι κάτοικοι των πόλεων των μεσαίων και χαμηλότερων στρωμάτων δεν στερούνται την κολοκύθα τους. [..] Ένας από τους επιφανέστερους γέροντες της πόλης, που ανήκε στις πιο εύπορες οικογένειες, μας πρόσφερε μια τριαντάχρονη Κουμανταρία, υπέροχη τόσο στη γεύση όσο και στην οσμή, που ήταν αποθηκευμένη μέσα στην κολοκύθα».
Η κατασκευή των σκευών από κολοκύθα γινόταν από μη επαγγελματίες τεχνίτες. Αρχικό στάδιο της κατασκευής αποτελούσε το κόψιμο και η αποξήρανση της κολοκύθας. Στη συνέχεια, έκοβαν το άκρο του λαιμού και άνοιγαν τρύπα με λεπτή βέργα. Εκεί έριχναν τα αθκιάτζια, μυτερά κομματάκια πυριτόλιθου. Με συνεχείς περιστροφικές ανακινήσεις και συχνό άδειασμα, τα αθκιάτζια καθάριζαν εντελώς τα τοιχώματα από τις ίνες και τους σπόρους. Ακολουθούσε το εσωτερικό πίσσωμα των κολοτζιών του κρασιού, για μόνωσή τους.
Τα κολότζια έφεραν συχνά διακόσμηση με ποικίλα μοτίβα, τα οποία χαράσσονταν με μαχαίρι, καρφί ή βελόνι και στη συνέχεια αλείφονταν με λαομουζιάν (μείγμα μούζης, δηλαδή αιθάλης, και λαδιού). Μετά το ξέπλυμα, η αιθάλη παρέμενε μέσα στις εγχαράξεις και έτσι η διακόσμηση πρόβαλλε με σκούρο χρώμα πάνω στην ανοιχτόχρωμη επιφάνεια του κολοτζιού.